Δευτέρα 5 Μαρτίου 2018

ΚΥΚΛΟΦΟΡΕΙ ΣΥΝΤΟΜΑ ΤΟ ΝΕΟ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΒΛΑΣΙΤΗ ΚΩΣΤΑ ΣΒΟΛΗ ΜΕ ΕΝΤΟΝΕΣ ΑΝΑΦΟΡΕΣ ΣΤΗΝ ΓΕΝΕΤΕΙΡΑ ΤΟΥ!


















































Κυκλοφορεί σύντομα το δεύτερο μυθιστόρημα του συντοπίτη μας Κώστα Σβόλη,
"Το δικαίωμα των νεκρών", μετά το "Μαζί τους" που εκδόθηκε το 2014 και το οποίο είχε αποσπάσει πολύ καλές κριτικές!


Ο Κώστας Σβόλης γεννήθηκε το 1971 στην Αθήνα. Κατάγεται και από τους δύο του γονείς από τον Άγιο Βλάση. Σπούδασε στα ΤΕΙ Ηλεκτρολογίας στην Λαμία και από το 2001 εργάζεται στο Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης.
Το 2014 κυκλοφορεί το πρώτο του μυθιστόρημα με τίτλο “Μαζί τους” από τις εκδόσεις των συναδέλφων.  Από πολύ νωρίς και μέσα από την συμμετοχή του στο ευρύτερο αντικαπιταλιστικό & συνδικαλιστικό κίνημα δημοσιεύεις κείμενα του σε διάφορα έντυπα, εφημερίδες και δικτυακούς τόπους.
Σε λίγες μέρες θα κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις των συναδέλφων το δεύτερο μυθιστόρημα του με τίτλο “το δικαίωμα των νεκρών”.
Στην γραφή του η ιστορία και τα πραγματικά στοιχεία ανασκευάζονται για να εξυπηρετήσουν την δημιουργία του μύθου: “Η ιστορία δεν υπάρχει μέχρι να γραφτεί ο μύθος της…” διαβάζουμε ανοίγοντας το βιβλίο πριν βουτήξουμε μέσα στην μυθιστορηματική περιπλάνηση.
Σε αντίθεση με το πρώτο του μυθιστόρημα, στο “δικαίωμα των νεκρών”  ο τόπος εκτείνεται πέρα από το μητροπολιτικό τοπίο της Αθήνας, μ' αναφορές που θα μπορούσε να αποδώσει  κάνεις  και στον τόπο της καταγωγής του. Αν και το νέο βιβλίο  φλερτάρει έντονα με το είδος του αστυνομικού μυθιστορήματος, τα στοιχεία της on the road γραφής και της υπαρξιακής αναζήτησης που υπάρχουν και στο “μαζί τους” παραμένουν καθοριστικά για το ύφος του συγγραφέα.

ΑΠΌΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ:

Στην κηδεία του μπαρμπα-Νίκου εκτός από το Βασίλη και τους λιγοστούς κατοίκους του χωριού είχαν έρθει και τρία μέλη από το παράρτημα της Π.Ε.Α.Ε.Α του Αγρινίου, μαζί μ' ένα κόκκινο στεφάνι. Την ώρα της δοξολογίας ο Βασίλης κάπνιζε μόνος του στον περίβολο της Αγια-Παρασκευής χαζεύοντας τα βαριά σύννεφα που περνούσαν με ταχύτητα πάνω από το νεκροταφείο. Όταν οι υπόλοιποι άρχισαν να ανηφορίζουν προς το χωρίο, οι τρεις παππούδες στάθηκαν πάνω από τον τάφο και με τις γροθιές υψωμένες άρχισαν να τραγουδούν το «Επέσατε θύματα». Στεκότανε παράμερα και περίμενε να τους καλέσει στο καφενείο, όπου είχε κανονίσει να σερβιριστεί η ψαρόσουπα, όπως όριζε η περίσταση.
Ο Βασίλης ήταν ο πιο κοντινός συγγενής από τους παρόντες κι είχε φροντίσει για τα πάντα μ' έναν τρόπο  που  δεν είχε κάνει ούτε στην κηδεία του πατέρα του. Στην πραγματικότητα είχε πάρει το ρόλο του γιου που δεν είχε αποκτήσει ποτέ ο μικρόσωμος γέρος με τα γυαλιά και το λεπτό μουστάκι. Αλλά και το δικό του κενό η απουσία που ένιωθε μέσα του ήταν κάτι το πρωτόγνωρο, σαν να θρηνούσε ετεροχρονισμένα για όλες τις απώλειες της ζωής του. Δεν ήξερε καν αν θα μπορούσε να σταθεί στο χωρίο χωρίς την παρουσία του μπάρμπα του. Δεν   ήταν μόνο η συντροφιά και οι συμβουλές του, στην πραγματικότητα μέσα από τις συζητήσεις τους έβρισκε τον τρόπο να διαπραγματευτεί όσα δεν είχε κουβεντιάσει ποτέ κι όσα δε θα τολμούσε να κουβεντιάσει ποτέ με τον πατέρα του.. Ήταν τόσο διαφορετικοί που ποτέ δε θα μπορούσε να είχε κάνει αυτές τις συζητήσεις μαζί του χωρίς να προκαλέσει την οργή του. Χαμογέλασε πικρά όταν συνειδητοποίησε ότι, στην πραγματικότητα, ακόμα δεν είχε συμφιλιωθεί μαζί του , γι' αυτό προσέτρεχε στην εξιδανικευμένη φιγούρα του ανοιχτόμυαλου αμφισβητία της οικογένειας.  Στο μεγάλο τραπέζι κάθισε μαζί με τους παλιούς αντιστασιακούς, όχι μόνο για να τους κάνει παρέα. Πέρα από την οικειότητα που του βγάζανε ήθελε να ακούσει και ιστορίες για τον μπάρμπα του.
Είχαν αποφάει και οι χωριανοί έπαιρναν το δρόμο για τα σπίτια τους δίνοντας για μια ακόμα φορά τα συλλυπητήρια τους στον Βασίλη. Η κυρά Ευθυμία τραβήχτηκε στην κουζίνα της για να συμμαζέψει κι έμειναν μόνοι οι τέσσερίς τους μ' ένα μπουκάλι τσίπουρο στην μέση να λένε ιστορίες και χωρατά για το εκλιπόντα. Τα γέλια διαδέχονται τα δάκρυα και αν κάποιος δεν ήταν εξοικειωμένος μ' αυτόν τον τρόπο αποχαιρετισμού τω νεκρών, δύσκολα θα καταλάβαινε ότι αυτή η παρέα είχε έρθει από κηδεία. Είχε πια βραδιάσει όταν σηκώθηκαν από το τραπέζι, μα ο Βασίλης δεν τους άφηνε να φύγουν για το Αγρίνιο έτσι όπως ήταν πιωμένοι.
« Θα κοιμηθείτε  στου μπάρμπα μου, θα χαρεί πολύ να σας φιλοξενήσει.»
Εκεί, γύρω από το τζάκι συνέχισαν τις ιστορίες, κάποιες που τις είχαν ζήσει οι ίδιοι και άλλες που τις είχαν ακούσει. Τα γεγονότα μπερδεύονταν με τους μύθους και τα ανέκδοτα φτιάχνοντας νέες εκδοχές της πραγματικότητας, αφού και μεταξύ τους δεν συμφωνούσαν σχεδόν ποτέ εξ ολοκλήρου για τις ημερομηνίες ή τα πρόσωπα που εμπλέκονταν στις αφηγήσεις τους. Πολλά απ’ όσα μαρτυράγανε τα άκουγε για πρώτη φορά εκείνο το βράδυ ο Βασίλης. Ο μπαρμπα-Νίκος κινιόταν πάντα στα όρια, στα όρια σε σχέση με το κόμμα, στα όρια σε σχέση με την οικογένεια, στα όρια των αμφιβολιών και των αναζητήσεων του. Άλλαζε επαγγέλματα και τόπους διαμονής, έφευγε και επέστρεφε στον τόπο του, προσέγγιζε και απομακρυνόταν από το κόμμα. Για το τελευταίο οι τρεις τους είχαν πολλές διαφωνίες, η μια άποψη έλεγε ότι όλα αυτά ήταν κατ εντολή του ίδιου του κόμματος, η άλλη υποστήριζε ότι ήταν αποτέλεσμα της ιδιοσυγκρασίας του και των έντονων αμφιβολιών που είχε πολλές φορές για την γραμμή. Άκρη δεν έβγαλε, πέρα από την αίσθηση ενός περίπλοκου και πολυδιάστατου ανθρώπου, έζησε στην Αθήνα, το Βόλο και στην Πάτρα, δούλεψε ως τυπογράφος, εμποροϋπάλληλος, ραδιοτεχνίτης, καλουπατζής, πλασιέ ειδών προικός. Ήταν αργά τη νύχτα, όταν αποκαμωμένοι από τις ιστορίες και το αλκοόλ αποφάσισαν να πέσουν για ύπνο όπως όπως στα ντιβάνια και τα ράντζα που είχε στρώσει ο Βασίλης. Πριν φύγει για το σπίτι του, του έδωσαν έναν χαρτοφύλακα από δερματίνι με φερμουάρ, σαν αυτή που είχε ο δάσκαλος στο σχολείο και έβαζε μέσα τα διαγωνίσματα. Του έκανε εντύπωση γιατί είχε χρόνια να δει τέτοιο χαρτοφύλακα.
«Εδώ θα βρεις κάποια πράγματα που μας ζήτησε να τα ψάξουμε ο μπάρμπας σου. Παλιές ιστορίες που τώρα τελευταία βάλθηκε να ξανασκαλίσει. Δεν μας εξήγησε για ποιο λόγο και δεν ξέρω αν κι εσύ έχεις κάτι υπ’ όψιν σου. Όπως ήρθαν τα πράγματα αποφασίσαμε να στα παραδώσουμε».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου